ΚΥΣΤΕΙΣ ΚΑΙ ΣΥΡΙΓΓΙΑ ΤΡΑΧΗΛΟΥ

Γενικά
Οι κύστεις και τα συρίγγια του τραχήλου μπορεί να αποτελέσουν τόσο συγγενείς όσο και επίκτητες βλάβες. Σκοπός αυτoύ του άρθρου είναι να αποτυπωθούν επιγραμματικά οι συχνότερες όπως αυτές αναφέρονται στην πρόσφατη βιβλιογραφία συγγενείς ανωμαλίες και να αποδοθεί με τρόπο απλό το κομμάτι της εμβρυολογίας που σχετίζεται με τις εν λόγω ανωμαλίες. Την 4η εβδομάδα της κύησης επιτελείται η «κάμψη» του εμβρύου και κάποια ομάδα κυττάρων της λεγόμενης νευρικής ακρολοφίας του εμβρύου μεταναστεύουν στην περιοχή της μελλοντικής κεφαλής και τραχήλου και σχηματίζονται έτσι 6 ζεύγη των βραγχιακών τόξων και ισάριθμων σχισμών. Κάθε τόξο περιέχει βραγχιακή αρτηρία, νεύρο και χόνδρο και με τα περιέχοντά του στοιχεία συμμετέχει στο σχηματισμό των μελλοντικών ανατομικών δομών του τραχήλου. To 1ο τόξο σχηματίζει την κάτω γνάθο και τμήμα της άνω γνάθου καθώς και δομές του έσω ωτός. O 2ος θύλακος σχηματίζει τις αμυγδαλές. Ο 3ος σχηματίζει το θύμο και τους κάτω παραθυρεοειδείς αδένες. Ο 4ος είναι υπεύθυνος για τα άνω παραθυρεοειδικά σωμάτια.
Πιο συχνές ανωμαλίες είναι αυτές της 2ης βραγχιακής σχισμής και ακολουθούν της 1ης ενώ εξαιρετικά σπάνιες της 3-4ης σχισμής. Έχουν τη μορφή κύστεων, κόλπων ή συριγγίων. Οι κύστεις επενδύονται από επιθήλιο και είναι κλειστές. Οι κόλποι μπορεί να επικοινωνούν είτε προς το δέρμα είτε προς τον φάρυγγα. Αν το άνοιγμα είναι προς το δέρμα, η διάγνωση γίνεται σε παιδική ηλικία. Αν το άνοιγμα είναι προς το φάρυγγα ή δεν υπάρχει, η διάγνωση καθυστερεί ως και την ενήλικη ζωή. Τα συρίγγια φέρνουν σε επικοινωνία το δέρμα του τραχήλου με το φάρυγγα σαν ένα τούνελ.
Σε ποσοστό ως και 10% είναι αμφοτερόπλευρες.
Τύποι ανωμαλιών της βραγχιακής σχισμής
Διακρίνονται 4 τύποι ανωμαλιών της 2ης βραγχιακής σχισμής:
- Τύπος 1. Σχετικώς επιπολής (ρηχός) κατά μήκος του πρόσθιου χείλους του στερνοκλειδομαστοειδούς μυός
- Τύπος 2. Ο συνηθέστερος. Εν τω βάθει κάτω από τον στερνοκλειδομαστοειδή, ύπερθεν ή υπό την κατωτίδα
- Τύπος 3. Ακριβώς στο διχασμό της καρωτίδας και παρακείμενες στο φάρυγγα
- Τύπος 4. Σε στενή επαφή με το φάρυγγα, πλησίον του αμυγδαλικού βοθρίο
Κλινική εκδήλωση
Η συνηθέστερη κλινική εκδήλωση είναι η εκροή σάλιου από οπή ευρισκόμενη στα κατώτερα 2/3 του πρόσθιου χείλους του στερνοκλειδομαστοειδούς. Σπανιότερα προκαλείται συριγμός, δυσφαγία, οδυνοφαγία (δυσκολία και πόνος κατά τη σίτιση). Εξαλλαγή έχει παρατηρηθεί σε ενήλικες. Συχνά είναι σκόπιμη η λήψη βιοψίας για να διαφοροδιαγνωστεί βακτηριακή λεμφαδενίτιδα από επιμολυνθείσα βραγχιακή κύστη.
Θεραπευτική προσέγγιση
Στόχος η ριζική εκτομή με διαφύλαξη όλων των πέριξ δομών. Σε περίπτωση κύστης γίνεται εγκάρσια τραχηλική τομή πάνω από την κύστη. Σε περίπτωση συριγγίου σκόπιμη είναι η επισήμανση του συριγγίου συνήθως με μπλέ του μεθυλενίου. Αν η πορεία του συριγγίου είναι μακρά, χρειάζεται δεύτερη τομή κεντρικότερα της πρώτης
Ανωμαλίες 1ης βραγχιακής σχισμής
Είναι σπάνιες. Συχνότερες στα θήλεα. Εντοπίζονται οπουδήποτε στην περιοχή μεταξύ έξω ακουστικού πόρου και υπογναθίου χώρας. Βρίσκονται σε στενή ανατομική σχέση με την παρωτίδα και το προσωπικό νεύρο. Διακρίνονται δυο τύποι :
- Ο τύπος 1 είναι εξωδερμικής αρχής-πλαγίως του προσωπικού νεύρου.
- O τύπος 2 περιέχει εξωδερμικά και μεσοδερμικά στοιχεία-κεντρικά σε σχέση με το νεύρο
Δεν πρέπει να συγχέονται με τα προωτιαία βοθρία (άλλης εμβρυολογικής αρχής-αποτυχία σύγκλεισης των ωτιαίων ογκωμάτων). Η κλινική τους εμφάνιση συνήθως αφορά ευπίεστες ανώδυνες μάζες, εκτός αν επιμολυνθούν. Ενδεχομένως να παρουσιάζονται ως ωτόρροια (υγρό από το αυτί) αν υπάρχει παροχετευτικό συρίγγιο στον ακουστικό πόρο.
Δερμοειδής κύστη
Πιστεύεται οτι προέρχονται από στοιχεία που παγιδεύονται κατά τη σύγκλειση των τόξων. Είναι καλώς περιγεγραμμένα μορφώματα, συνήθως της μέσης γραμμής και περιέχουν σμήγμα. Απαιτείται υπερηχογράφημα για τη διαφοροδιάγνωσή τους από αντιδραστικούς λεμφαδένες. Η διαφοροδιάγνωση με την κύστη θυρεογλωσσικού πόρου είναι σχεδόν αδύνατη όταν η δερμοειδής κύστη κινείται με τις καταποτικές κινήσεις ή την προβολή της γλώσσας.