ΚΥΣΤΕΟΣΚΟΠΗΣΕΙΣ / ΕΓΧΥΣΗ DEFLUX
Κυστεοουρητηρική παλινδρόμηση και θεραπεία με έγχυση deflux κυστεοσκοπικά
Οι βαθμοί της κυστεοουρητηρικής παλινδρόμησης (ΚΟΥΠ), δηλαδή της εισόδου ούρων στον ουρητήρα από την ουροδόχο κύστη είναι 5 όπως φαίνεται σχηματικά. Η καθεαυτή παλινδρόμηση συχνά δε δημιουργεί προβλήματα. Συχνά όμως είναι αίτιο ουρολοιμώξεων και τελικά, σε απώτερα στάδια, παραβλάπτεται και η ίδια η νεφρική λειτουργία.

Αντιμετώπιση

Η κυστεοουρητηρική παλινδρόμηση αντιμετωπίζεται σήμερα με : Παρακολούθηση, (εφόσον δεν προκαλεί ουρολοιμώξεις ή αυτές ελέγχονται με αντιβιοτικά) προκειμένου η θεραπεία να επέλθει με την ανάπτυξη του παιδιού και την αύξηση του μήκους των ουρητήρων Αντιβίωση (ως κάλυψη από τις ουρολοιμώξεις) Ενδοσκοπική έγχυση διογκωτικών παραγόντων (όπως το deflux) στο σημείο ένωσης του ουρητήρα με την κύστη (κυστεοουρητηρική συμβολή) ώστε να δημιουργηθεί βαλβιδικός μηχανισμός Χειρουργική παρέμβαση (κυρίως σε 5ου βαθμού παλινδρόμηση) προκειμένου οι ουρητήρες να μετατεθούν στην κύστη σε άλλο σημείο
Τί είναι το Deflux;
Είναι στείρα μικροβίων, υψηλού ιξώδους, γέλη (gel). Συναποτελείται από μικροσφαιρίδια dextranomer (πολυμερή δεξτράνης) (50 mg/mL) και έναν παράγοντα-φορέα (σταθεροποιημένο μή ζωικό υαλορουνικό οξύ-15 mg/mL). Δεν παρουσιάζει τοξικότητα, επομένως χαρακτηρίζεται βιοσυμβατό και βιοδιασπώμενο. Το Deflux έχει εγκριθεί από την ευρωπαϊκή ένωση το 1998 με ένδειξη τη θεραπεία όλων των βαθμών ΚΟΥΠ. Κάτω από κυστεοσκοπικό έλεγχο (δηλαδή χωρίς εγχειρητικές τομές αλλά διαμέσου της ουρήθρας με χρήση κάμερας) μια βελόνη εισέρχεται στην κύστη και σε επιλεγμένες θέσεις ο γιατρός εγχύει το υλικό όπως φαίνεται στο παραπάνω σχήμα. Έτσι, δημιουργείται μια βαλβίδα που επιτρέπει στα ούρα να κατέβουν στην κύστη αλλά όχι να «ανέβουν» στον ουρητήρα.

Το ποσοστό επιτυχίας για τη διόρθωση ΚΟΥΠ με DEFLUX σε μία ή περισσότερες εγχύσεις κυμαίνεται από 75% έως πάνω από 90%